H ενσωμάτωση των
νέων τεχνολογιών στην εκπαίδευση 23/05/2011 ΤΟΥ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΗ
Ζούμε σε μια
δικτυωμένη (γι’ αυτό και παγκοσμιοποιημένη) κοινωνία, όπου το Διαδίκτυο, ο
προσωπικός υπολογιστής, τα κινητά τηλέφωνα και τα ψηφιακά πολυμέσα αλλάζουν τον
τρόπο με τον οποίο επικοινωνούμε, εργαζόμαστε, ενημερωνόμαστε και
ψυχαγωγούμαστε.
Οι νέες γενιές επιδεικνύουν μιαν αξιοθαύμαστη άνεση στη
χρήση της τεχνολογίας (όχι βέβαια πάντα για ωφέλιμες δραστηριότητες), η οποία
αποτελεί και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς τους. Τα δεδομένα αυτά δεν
μπορούν να αφήσουν ασυγκίνητη την εκπαίδευση.
Η παραδοσιακή μορφή διδασκαλίας θέλει τον εκπαιδευτικό να
βοηθάει τον μαθητή να εσωτερικεύσει τη γνώση που προσφέρουν τα σχολικά βιβλία,
μια γνώση που παρουσιάζεται ως πιστή περιγραφή μιας αμετάβλητης
πραγματικότητας. Έμφαση δίνεται στο πώς
ο μαθητής θα συλλάβει το τμήμα της πραγματικότητας που του παραδίδεται έτοιμο
(εξ ου και η «παράδοση του μαθήματος») -και υποτίθεται ότι υπάρχει έξω απ’
αυτόν- και στο πώς ο εκπαιδευτικός θα εξαφανίσει τις αμφισημίες ή τα σκοτεινά
σημεία, μεταφέροντας την ίδια γνώση σε όλους τους μαθητές.
Αυτό το είδος διδασκαλίας είναι σε όλους μας πολύ οικείο
και, αναμφισβήτητα, απαραίτητο σε κάποιες περιπτώσεις. Η τεχνολογία, σ’ αυτό το
είδος διδασκαλίας, μπορεί απλώς να συμβάλει σε μια πιο ελκυστική και πλούσια
παρουσίαση των πληροφοριών που συνθέτουν την προσφερόμενη γνώση.
Ένας προβολέας, ένας προσωπικός υπολογιστής και ένα
λογισμικό παρουσιάσεων μπορούν να κάνουν το μάθημα της ημέρας πιο κατανοητό και
πιο ενδιαφέρον, ιδίως αν η παρουσίαση περιέχει ήχο, εικόνες, βίντεο, γραφικά
ή/και σχεδιαγράμματα. Η λογική της μετάδοσης πληροφοριών σε ακροατήριο, βέβαια,
παραμένει η ίδια.
Η πραγματική συνεισφορά της τεχνολογίας στην εκπαίδευση
αρχίζει από τη στιγμή που ο μαθητής γίνεται από παθητικός ακροατής (έστω μιας
ελκυστικής παρουσίασης) χρήστης με επιλογές. Σύμφωνα με την κονστρουκτιβιστική
θεωρία μάθησης (constructivism), η γνώση δεν είναι κάτι που υπάρχει έξω απ’
αυτόν που μαθαίνει.
Η μάθηση θεωρείται μια δυναμική διαδικασία, κατά την οποία
ο μαθητής χτίζει γνώση για τον κόσμο. Επομένως, η γνώση δεν μπορεί να
μεταφερθεί αλλά μόνο να προσφερθεί προς αξιοποίηση και έτσι στο κέντρο μπαίνει
η μάθηση και όχι η διδασκαλία.
Για να χτίσει κανείς γνώση, χρειάζεται πλούσιες εμπειρίες,
δραστηριότητες που τον φέρνουν σε επαφή με τα πράγματα άμεσα και διαδραστικά.
Το διαδίκτυο και οι ψηφιακές εφαρμογές με εκπαιδευτικό περιεχόμενο (από CD Rom
μέχρι προσομοιώσεις και ηλεκτρονικά παιχνίδια), παρουσιάζουν τις πληροφορίες με
ποικιλία που προσεγγίζει το εύρος της ανθρώπινης αισθητηριακής εμπειρίας.
Μέσα σ’ αυτούς τους «κόσμους» που βρίσκονται στον
υπολογιστή, ο μαθητής αποκτά κίνητρο και μπορεί να βρει τη χαρά της ανακάλυψης
και της αυτενέργειας, την ικανοποίηση της προσαρμογής του υλικού στις δικές του
ανάγκες, την ευκαιρία να κυνηγήσει ο ίδιος την πληροφορία, τη δυνατότητα να
διερευνήσει και να πειραματιστεί ελέγχοντας τις υποθέσεις του, την
αυτοπεποίθηση για την ανάληψη προσωπικής ευθύνης για το μονοπάτι που θα
ακολουθήσει η εκπαιδευτική του εμπειρία.
Ο εκπαιδευτικός, από παντογνώστης-μεταφορέας ενός πακέτου
πληροφοριών γίνεται συντονιστής, βοηθός, διευκολυντικός παράγοντας της
διαδικασίας παροχής πλούσιων μορφωτικών εμπειριών, αλλά και κριτής της
παιδαγωγικής αξίας των δραστηριοτήτων και των τεχνολογικών εργαλείων. Σε κάθε
περίπτωση, ο εκπαιδευτικός είναι αυτός που θα καθοδηγήσει τους μαθητές στα
μονοπάτια της κριτικής σκέψης, της αξιολόγησης της πληροφορίας, καθώς και στην
αγάπη για τη γνώση.
Πέρα από την ατομική δραστηριότητα με διαδίκτυο και
λογισμικά, οι νέες τεχνολογίες προσφέρουν τη δυνατότητα για συνεργασία, ενώ
ταυτόχρονα εισάγουν τον μαθητή στη λογική των υποστηρικτικών εργαλείων (on line
λεξικά/εγκυκλοπαίδειες, βάσεις δεδομένων κτλ) . Η μεν συνεργασία ενισχύεται από
την ευκολία ψηφιακής επικοινωνίας και κοινής χρήσης πληροφοριών, ενώ η λογική
των υποστηρικτικών εργαλείων είναι το πρόσταγμα της κοινωνίας των δικτύων και
της ευκολίας εύρεσης της πληροφορίας.
Οι νέες τεχνολογίες δημιουργούν μια επικοινωνιακή
πραγματικότητα, η οποία μάλλον είναι δύσκολο να αγνοηθεί. Ενώ, λοιπόν, η
παντοκρατορία της γλώσσας στην επικοινωνία, στην καταγραφή, δημιουργία και
μετάδοση της γνώσης θεωρούνταν αδιαμφισβήτητη, οι νέες τεχνολογίες, χρησιμοποιώντας
ταυτόχρονα ήχο, εικόνα, βίντεο, σύμβολα, γραφικά και γλώσσα, έρχονται να
αλλάξουν τη σημασία του όρου κείμενο.
H τεχνολογία, φυσικά, δεν είναι πανάκεια και το καλύτερο
εργαλείο παιδείας θα είναι για πάντα ο καλός δάσκαλος. Ένας μαυροπίνακας, χαρτί,
μολύβι και ένας καταρτισμένος εκπαιδευτικός μπορούν ακόμη να πετύχουν πολλά,
ενώ η ασυδοσία στο διαδικτυακό σερφάρισμα και τα κακής ποιότητας λογισμικά μόνο
παιδαγωγική αξία δεν έχουν. Τα παιδιά δεν χρειάζονται μόνο ποντίκια και
πληκτρολόγια, αλλά και ελεύθερο χρόνο, παιχνίδι, βιβλία, ανθρώπινη επικοινωνία,
ενώ σε κάθε περίπτωση η κριτική σκέψη είναι το απόλυτο εκπαιδευτικό ζητούμενο.